This page lists works of an author who doesn't have a ResearchGate profile or hasn't added the works to their profile yet. It is automatically generated from public (personal) data to further our legitimate goal of comprehensive and accurate scientific recordkeeping. If you are this author and want this page removed, please let us know.
Η Ετήσια Έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ για το 2023, η 5η κατά σειρά, αποτελώντας πλέον θεσμό, επιχειρεί, αξιοποιώντας πάντοτε επιστημονικά τεκμηριωμένα στοιχεία, να αποτυπώσει τις σημαντικότερες τάσεις που διαμορφώνουν το οικονομικό και κοινωνικό οικοσύστημα στο οποίο οι ΜμΕ καλούνται να λειτουργήσουν με όρους βιωσιμότητας, καινοτομίας και ανάπτυξης.
Παράλληλα, εστιάζει στις ιδιαίτερες ανάγκες και χαρακτηριστικά των μικρών επιχειρήσεων, προβαίνοντας σε τεκμηριωμένες προτάσεις πολιτικής για την βελτίωση της βιωσιμότητάς τους.
Η Έκθεση διαρθρώνεται σε τρία μέρη:
Στο πρώτο μέρος επιχειρείται η συστηματική αποτύπωση του ευρύτερου μακρο-οικονομικού περιβάλλοντος εντός του οποίου δραστηριοποιούνται οι ΜμΕ με την ανάλυση της εξέλιξης βασικών οικονομικών μεγεθών.
Στο δεύτερο μέρος αρχικά περιγράφονται οι εξελίξεις στην διάρθρωση των επιχειρήσεων σε κλαδικό επίπεδο ενώ στη συνέχεια παρουσιάζονται αποτελέσματα επιλεγμένων ερευνών που αφορούν στην κατάσταση του ανταγωνισμού και τις επιδράσεις του στις μικρές επιχειρήσεις.
Στο τρίτο μέρος μέσα από μία σειρά αυτοτελών κειμένων συνεργατών του Ινστιτούτου, διερευνώνται πτυχές του ανταγωνισμού στην ελληνική οικονομία.
Έχουμε διανύσει πάνω από 3 χρόνια από τη δημοσίευση της πρώτης Έκθεσης του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ το 2019, μιας έκθεσης που πλέον είναι θεσμός για την επιστημονική σκέψη, τις πολιτικές και τον δημόσιο διάλογο γύρω από τα θέματα ενδιαφέροντος των μικρών επιχειρήσεων. Δίχως αμφιβολία αυτή η περίοδος ήταν γεμάτη από πρωτόγνωρα γεγονότα και εξελίξεις, καθώς
συνέπεσε χρονικά με το ξέσπασμα της πανδημίας CoViD-19 αλλά και με την ενεργειακή κρίση και την κρίση ακρίβειας. Οι επιπτώσεις αυτών των διαδοχικών ως προς την έναρξη, και
ταυτόχρονων ως προς τις επιπτώσεις, κρίσεων στην Ελλάδα, στην Ευρώπη, στον κόσμο έχουν αφήσει διακριτό αποτύπωμα σε εισόδημα, απασχόληση και οικονομία. Επιπτώσεις που έρχονται
να προστεθούν σε δομικές δυσκολίες των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων.
Παράλληλα με τις έκτακτες κρίσεις, δεν μπορούμε να παραγνωρίζουμε την κλιματική αλλαγή και τις ορατές, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, επιπτώσεις της και στην Ελλάδα, τη ραγδαία τεχνολογική ανάπτυξη και το συνακόλουθο ψηφιακό μετασχηματισμό που φέρνει η 4η Βιομηχανική Επανάσταση, όπως και τις αλλαγές σε εργασία και επιχειρηματικότητα τις οποίες επιτάχυνε μεταξύ άλλων και η υγειονομική κρίση.
Το μείγμα πολιτικών που ακολουθήθηκε, καθώς και ο σχεδιασμός αξιοποίησης των διαθέσιμων, τακτικών και έκτακτων, χρηματοδοτικών εργαλείων προφανώς λειτούργησε και λειτουργεί ως φίλτρο των όποιων επιπτώσεων στις μικρές επιχειρήσεις. Επιχειρήσεις που την τελευταία περίοδο αντιμετωπίζουν διπλή πρόκληση προσαρμογής στη νέα πραγματικότητα, η οποία χαρακτηρίζεται αφενός από την εκτίναξη του λειτουργικού τους κόστους σε ενέργεια, καύσιμα,
πρώτες ύλες, και αφετέρου από την κατακρήμνιση των οικογενειακών εισοδημάτων που προκαλεί αλυσιδωτές επιπτώσεις στην αγορά. Εντός αυτής της εκρηκτικής πραγματικότητας για τις μικρές επιχειρήσεις δοκιμάστηκε και δοκιμάζεται έντονα ο βαθμός ανθεκτικότητάς τους στην κάθε φάση του οικονομικού κύκλου. Ανθεκτικότητα απέναντι στις επιπτώσεις των κρίσεων, αλλά όχι σπάνια και απέναντι στο πολιτικό αντίδοτο που κάθε φορά επιλέγεται.
Με αυτά τα δεδομένα, η τέταρτη έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ έχει εκ των πραγμάτων μια ιδιαίτερη εστίαση στη συστηματική καταγραφή και αποτύπωση αυτών των επιπτώσεων. Υπό το πρίσμα αυτό, επιχειρεί να αναδείξει τις σημαντικότερες τάσεις σε επίπεδο οικονομικού περιβάλλοντος, τις επιπτώσεις των κρίσεων στην οικονομία και στις μικρές επιχειρήσεις, καθώς και τις επιλογές αντιμετώπισής τους.
Πιστό στο διαχρονικό του ρόλο ως προς την τεκμηριωμένη μελέτη των οικονομικών, παραγωγικών και τεχνολογικών τάσεων, καθώς και τη συστηματική διερεύνηση των εξειδικευμένων αναγκών των μικρών επιχειρήσεων, το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ επιμένει στην ποιοτική επιστημονική έρευνα και στις τεκμηριωμένες προτάσεις του, επιδιώκοντας σταθερά να συμβάλλει στη βελτίωση των διαστάσεων του μεταβαλλόμενου επιχειρηματικού περιβάλλοντος και στην αναβάθμιση του δημόσιου διαλόγου.
Έχουμε διανύσει πάνω από δύο χρόνια από τη δημοσίευση της πρώτης Έκθεσης του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ το 2019, ένα χρονικό διάστημα που ήταν γεμάτο από πρωτόγνωρα γεγονότα και εξελίξεις καθώς συνέπεσε χρονικά με το ξέσπασμα της πανδημίας του COVID-19 αλλά και με τις οδυνηρές επιπτώσεις, τις οποίες αυτή η εξωγενής κατ’ αρχάς κρίση επέφερε για την ελληνική οικονομία και κοινωνία. Με αυτά τα δεδομένα, η παρούσα τρίτη έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ το 2021, έχει εκ των πραγμάτων μία ιδιαίτερη και ειδική εστίαση, καθώς είναι επικεντρωμένη στη συστηματική
καταγραφή και αποτύπωση αυτών των επιπτώσεων δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στον κόσμο των μικρών επιχειρήσεων.
Από την άποψη αυτή η παρούσα Έκθεση χαρακτηρίζεται από ορισμένες ομοιότητες σε σχέση με την έκθεση του 2019, καθώς και αυτή έχει κυρίως το χαρακτήρα απολογισμού των υφεσιακών επιπτώσεων μιας κρίσης στην ελληνική οικονομία και ιδιαίτερα στις μικρές επιχειρήσεις.
Διαφέρει ωστόσο, από αυτή του 2019 ως προς τη διαπίστωση των αιτίων που προκάλεσαν αυτές τις υφεσιακές επιπτώσεις. Έτσι, ενώ στην περίπτωση της έκθεσης του 2019 οι υφεσιακές επιπτώσεις προκλήθηκαν από την κρίση του δημοσίου χρέους αλλά, κατά μείζονα λόγο, και από την πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης που προκρίθηκε και επικράτησε ως πολιτική διαχείρισης αυτής της κρίσης, στην περίπτωση της παρούσας Έκθεσης, όπως άλλωστε θα διαπιστώσει ο αναγνώστης και η αναγνώστρια, οι υφεσιακές επιπτώσεις που παρατηρούνται και αποτυπώνονται στις επιμέρους ενότητες της Έκθεσης έχουν προκληθεί από έναν εξωοικονομικό παράγοντα που δεν είναι άλλος από το ξέσπασμα της πανδημίας και την εκδήλωσή της ως υγειονομική κρίση.
Ένα δεύτερο στοιχείο, το οποίο διαφοροποιεί την παρούσα Έκθεση, συνίσταται στο ότι, πέραν του απολογισμού των υφεσιακών επιπτώσεων, η Έκθεση συνοδεύεται αυτήν τη φορά και από προτάσεις πολιτικής σχετικά με την πολυθρύλητη – «ακόμα τούτη η άνοιξη» - επανεκκίνηση της οικονομίας. Αυτές οι προτάσεις πολιτικής διατυπώνονται σε μερικά από τα άρθρα του τρίτου μέρους αυτής της έκθεσης.
Η 'Έκθεση διαρθρώνεται σε τρία μέρη, τα οποία με τη σειρά τους αναλυτικά σε τρεις
διακριτές θεματικές ενότητες. Στο πρώτο μέρος, το οποίο αποτελείται από τέσσερα κεφάλαια, επιχειρείται μια κατά το δυνατό αναλυτική και συστηματική αποτύπωση του ευρύτερου οικονομικού περιβάλλοντος με την καταγραφή, με βάση πάντοτε τα διαθέσιμα στοιχεία, της πορείας σημαντικών οικονομικών μεγεθών. Ειδικότερα, στο πρώτο κεφάλαιο περιγράφονται οι οικονομικές εξελίξεις στο διεθνές περιβάλλον, με σκοπό να αναδειχθούν οι επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης. Στο δεύτερο κεφάλαιο το ενδιαφέρον εστιάζεται στην ελληνική οικονομία και ειδικότερα σε κρίσιμα μακροοικονομικά μεγέθη. Το τρίτο κεφάλαιο του πρώτου μέρους περιλαμβάνει την ανάλυση βασικών μεγεθών του χρηματοοικονομικού περιβάλλοντος και ακολουθεί το τέταρτο κεφάλαιο στο οποίο γίνεται μια ανασκόπηση της πορείας των δημοσιονομικών μεγεθών δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στον τρόπο με τον οποίο οι υφεσιακές επιπτώσεις έχουν επηρεάσει αυτά τα δημοσιονομικά μεγέθη.
Το δεύτερο μέρος της Έκθεσης αποτελείται από δύο κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο με βάση τα διαρθρωτικά στοιχεία της επιχειρηματικής δραστηριότητας περιγράφεται το μικροοικονομικό περιβάλλον έχοντας ως προνομιακό πεδίο εστίασης τις επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης και των υφεσιακών της συνεπειών στην κλαδική διάρθρωση της ελληνικής οικονομίας.
Στο δεύτερο κεφάλαιο συστηματοποιούνται και συνοψίζονται τα ευρήματα των τακτικών Ερευνών Κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ καθώς και έκτακτων ερευνών που διεξήγαγε κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Ειδικότερα, παρουσιάζονται τα ευρήματα εκείνα που προκύπτουν από τις Έρευνες Κλίματος και των έκτακτων ερευνών των δύο τελευταίων ετών αποτυπώνοντας τη δυσμενή πορεία βασικών δεικτών για τις μικρές επιχειρήσεις, όπως είναι ο κύκλος εργασιών, η ζήτηση, η ρευστότητα, η επενδυτική δραστηριότητα και η βιωσιμότητα. Επιπρόσθετα, ενδιαφέρον παρουσιάζει η πορεία δύο ακόμα δεικτών όπως είναι οι οφειλές – ένδειξη αύξησης του ιδιωτικού χρέους κατά την περίοδο της πανδημίας – και η αύξηση των τιμών των προϊόντων και των
υπηρεσιών, όπως αυτή καταγράφεται από την Έρευνα του Ιουλίου του 2021. Στη συνέχεια παρουσιάζονται συμπεράσματα που αφορούν στις στάσεις και τις αντιλήψεις των επιχειρηματιών σε σχέση με την πανδημία, όπως αυτές έχουν προκύψει από μία πειραματική πολυθεματική έρευνα που διενήργησε το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ τον Ιανουάριο του 2021 μέσω του κοινωνικού δικτύου Facebook.
Το τρίτο και τελευταίο μέρος της Έκθεσης αποτελείται από πέντε σύντομα άρθρα, στα οποία ολοκληρώνεται ο απολογισμός ενώ σε τρία από αυτά περιέχονται και προτάσεις πολιτικής σε σχέση με την ενδυνάμωση του ρόλου των ΜμΕ και την επανεκκίνηση της οικονομίας. Ο απολογισμός συμπληρώνεται στα άρθρα των επιστημονικών συνεργατών του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ Στ.Βαρδαρού και Λ. Βατικιώτη. Πιο συγκεκριμένα, στο άρθρο του Στ. Βαρδαρού περιγράφεται η πορεία εκείνων των δεικτών που αναφέρονται αμιγώς στο υγειονομικό μέρος της κρίσης.
Με άλλα λόγια, αναφέρεται με άλλα λόγια στην πορεία της πανδημίας καθεαυτής, ενώ τα στοιχεία που παραθέτει αναδεικνύουν την πορεία της πανδημίας στη χώρα μας σε σύγκριση με άλλες χώρες κυρίως της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αντίστοιχα, στο άρθρο του Λ. Βατικιώτη ο απολογισμός έρχεται να φωτίσει μια άλλη πτυχή των επιπτώσεων της υγειονομικής κρίσης που αφορά στις οικονομικές και στις κοινωνικές ανισότητες και στη διεύρυνσή του κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Τα υπόλοιπα τρία άρθρα, με τα οποία, ολοκληρώνεται το τρίτο μέρος της Έκθεσης, είναι προσανατολισμένα κατά μείζονα λόγο στη διατύπωση προτάσεων πολιτικής με στόχο την ενδυνάμωση του ρόλου των ΜμΕ και την ενίσχυση της παρουσίας τους στην αναπτυξιακή διαδικασία. Ειδικότερα, το άρθρο του Επίκουρου Καθηγητή Ν. Δασκαλάκη εστιάζει στο φλέγον ζήτημα της χρηματοδότησης των ΜμΕ τονίζοντας τόσο το χρόνιο πρόβλημα της
μη-σχέσης αυτών των επιχειρήσεων και κυρίως των μικρών με το τραπεζικό σύστημα όσο και την ανάγκη θεσμοθέτησης αλλά και ενεργοποίησης χρηματοδοτικών εργαλείων που θα είναι προσαρμοσμένα στις ανάγκες των μικρών επιχειρήσεων. Αντίστοιχα, το άρθρο του Καθηγητή Λ. Λαμπριανίδη και του Δ. Γεωργόπουλου αφενός τονίζει τη σημασία της παρουσίας των ΜμΕ στην ελληνική οικονομία δείχνοντας ότι αποτελούν στοιχείο τόσο κοινωνικής συνοχής όσο και οικονομικής δημοκρατίας και αφετέρου αναφέρει μια σειρά από μέτρα ενίσχυσης της οικονομικής τους παρουσίας στην ελληνική οικονομία, μέτρα δηλαδή που θα ξεπερνούσαν τα χρόνια διαρθρωτικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές ΜμΕ. Τέλος, στο άρθρο του υπογράφοντα περιέχεται μια πρόταση πολιτικής, η οποία είναι συνυφασμένη με
την αναβάθμιση της δημοσιονομικής πολιτικής και κυρίως με το τμήμα εκείνο του κρατικού προϋπολογισμού που αφορά τις δημόσιες επενδύσεις. Η πρόταση, ειδικότερα, συνίσταται στο θεσμικό αλλά και λειτουργικό μετασχηματισμό του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων σε έναν Προϋπολογισμό (Δημοσίου) Κεφαλαίου.