Conference PaperPDF Available

EΠΙΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΕΣ ΤΑΚΤΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΟΥ «ΕΑΥΤΟΥ» ΩΣ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΤΗΣ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗΣ ΜΕ ΤΟΥΣ «ΑΛΛΟΥΣ»: ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ ΧΟΡΟΥ «Κ’ΝΑ ΓΚΕΤΖΕΣΟΥ» ΣΤΟΥΣ ΑΡΒΑΝΙΤΕΣ ΤΟΥ ΒΟΡΕΙΟΥ ΈΒΡΟΥ

Authors:

Abstract

Σκοπός της εργασίας είναι να μελετήσει τις διαφορετικές εκφάνσεις της χορευτικής πρακτικής των Αρβανιτών του Νέου Χειμωνίου Έβρου. Ειδικότερα, με σημείο αναφοράς το χορό «Κ’να γκετζεσού», η εργασία αυτή επιχειρεί να διερευνήσει τις τακτικές που ακολούθησαν οι Αρβανίτες, προκειμένου να διαμορφώσουν την ταυτότητά τους, ανάλογα με τα μηνύματα που δέχτηκαν από τους «άλλους». Τα δεδομένα συλλέχθησαν μέσω της εθνογραφικής μεθόδου, ενώ για την επεξεργασία τους χρησιμοποιήθηκε η συγκριτική μέθοδος. Η καταγραφή του χορού «Κ’να γκετζεσού» πραγματοποιήθηκε με το σύστημα σημειογραφίας Laban, ενώ η ανάλυση της δομής και μορφής του, βάσει της μορφολογικής μεθόδου. Τέλος, για την ερμηνεία των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε το μοντέλο ελέγχου ταυτότητας του Burke, ιδωμένο υπό τους όρους του πολυπολιτισμικού μοντέλου επιπολιτισμού του Berry. Από την ανάλυση των δεδομένων προέκυψε ότι, οι Αρβανίτες, διαμέσου του χορού, επιλέγουν, ανάλογα με τις συνθήκες, σε ποια ομάδα επιθυμούν να ενταχθούν, καταδεικνύοντας ότι η «κατασκευή» μιας ταυτότητας είναι μία συνεχής διαδικασία αυτορρύθμισης.
7o Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο
Κοινωνική ευαλωτότητα και ανάπτυξη:
Προκλήσεις στην εκπαίδευση,
την οικονομία και τον πολιτισμό
ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ
TOMOΣ Α’
Eπιμέλεια έκδοσης:
Σπύρος Χ. Πανταζής
Ελένη Π. Μαράκη
Γεώργιος Ε. Στριλιγκάς
Εμμανουήλ. Μπελαδάκης
Ιωάννης Α. Τζωρτζάκης
Ειρήνη Γ. Μαρκάκη
Ευγενία Ε. Ψαλτάκη
Χρήστος Σ. Ντρουμπογιάννης
ΗΡΑΚΛΕΙΟ 2021
Ι.Α.Κ.Ε. 7ο ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ 9 -11 ΙΟΥΛΙΟΥ 2021
15
Επιστημονική Επιτροπή του Συνεδρίου
ΠΡΟΕΔΡΟΣ
Πανταζής Σπύρος, Ομότιμος Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
ΜΕΛΗ:
Aristarco Regalado Pinedo, Πρύτανης Πανεπιστημίου Guadalajara / CULagos
Baros Wassilios, Professor, Universität Salzburg
Braches- Chyrek Rita, Professor, Universität Bamberg
Coelsch-Foisner Sabine, Professor of English Literature and Cultural Theory, University of
Salzburg
Green Andy, Professor, UCL Institute of Education
Kempf Wilhelm, Professor, Universität Konstanz
Liu Ye, King’s College London
Moran-Ellis Jo, Professor, University of Sussex, UK
Sailer Maximilian, Professor, Universität Augsburg
Schroeder Joachim, Professor, Universität Hamburg
Seukwa Louis-Henri, Professor, HAW Hamburg
Solvejg Jobst, Professor, Western Norway University of Applied Science
Sünker Heinz, Professor, Universität Wuppertal
Thiessen Barbara, HAW Landshut
Αγγελίδης Παναγιώτης, Κοσμήτορας, Σχολή Επιστημών Αγωγής, Πανεπιστήμιο Λευκωσίας
Ανδρεαδάκης Νικόλαος, Αναπληρωτής Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Αιγαίου
Ανδρουλιδάκης Εμμανουήλ, ΕΔΙΠ, Πατριαρχική Ανώτ. Εκκλ. Ακαδημία Κρήτης
Αρβανίτης Χριστόφορος, Επίκουρος Καθηγητής, Πατριαρχική Ανώτ. Εκκλ. Ακαδημία Κρήτης
Αργυριάδης Αλέξανδρος, Επίκουρος Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Frederick
Αργυρίου Αθανάσιος, Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Πατρών
Βιτσιλάκη Χρυσή, Καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο Αιγαίου
Βλίζος Σταύρος, Επίκουρος Καθηγητής, Ιόνιο Πανεπιστήμιο
Γιαβρίμης Παναγιώτης, Επίκουρος Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Αιγαίου
Γκασούκα Μαρία, Πρόεδρος ΙΝΕΠ–ΕΚΔΔΑ / Καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο Αιγαίου
Γρηγοράκης Ιωάννης, Συντονιστής Ε.Ε., ΠΕΚΕΣ Κρήτης
Δεμίρογλου Παντελής, Διευθυντής Δημοτικού Σχολείου, Δ.Π.Ε Δράμας
Δημάση Μαρία, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης
Δουνδουλάκης Εμμανουήλ, Επίκουρος Καθηγητής, Πατριαρχική Ανώτ. Εκκλ. Ακαδημία Κρήτης
Ελευθεράκης Θεόδωρος, Επίκουρος Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Κρήτης
Ζορμπάς Κωσνσταντίνος, Γενικός Διευθυντής Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης
Ζώρας Οδυσσέας, Καθηγητής, Πρόεδρος του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου
Καδιανάκη Μαρία, Συντονίστρια Ε.Ε., ΠΕΚΕΣ Κρήτης
Καλογιαννάκης Μιχάλης, Επίκουρος Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Κρήτης
Καλοκύρη Βασιλεία, Συντονίστρια Ε.Ε., ΠΕΚΕΣ Κρήτης
Καραβασίλης Ιωάννης, Μέλος ΣΕΠ του ΕΑΠ
Καραδημητρίου Αχιλλέας, Επιστ. Συνεργάτης Τμήματος Επικοινωνίας & MME, Παν/μιο Κρήτης
Κατσαγκόλης Αθανάσιος, Δρ. Φυσικής Αγωγής
Ι.Α.Κ.Ε. 7ο ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ 9 -11 ΙΟΥΛΙΟΥ 2021
16
Κατσαντώνη Σπυριδούλα, Προϊσταμένη ΚΕΣΥ Αν. Αττικής, Διδάσκουσα ΠΜΣ, Πανεπιστήμιο
Θράκης
Κόνσολας Μάνος, Καθηγητής Πανεπιστημίου Αιγαίου
Κορνηλάκη Αικατερίνη, Επίκουρη Καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο Κρήτης
Κοτρόγιαννος Δημήτριος, Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης Πανεπιστημίου Κρήτης
Κουβάτσου Εύα, Καθηγήτρια, Universidad de Guadalajara/CULagos
Κουκουνάρας-Λιάγκης Μάριος, Επίκουρος Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Αθηνών ΕΚΠΑ
Κουρκούτας Ηλίας, Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Κρήτης
Κουτούζης Μανώλης, Αναπληρωτής Καθηγητής, Ε.Α.Π.
Κουτσελίνη Μαίρη, Καθηγήτρια - Πρόεδρος Τμήματος Επιστημών της Αγωγής, University of Cyprus
Κουτσιλιέρης Μιχάλης, Καθηγητής ΕΚΠΑ, Πρόεδρος Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών (ΙΚΥ)
Κυπριωτάκη Μαρία, Επίκουρη Καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο Κρήτης
Κωνσταντινίδης Δημήτριος, Πρόεδρος Εταιρίας Επιστημών Αγωγής Δράμας
Λάβδας Α. Κώστας, Καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο
Λιβεράκος Πάνος, Senior Expert at the UNDP, Regional Hub for Civil Service
Μαντάς Παναγιώτης, Σύμβουλος Α΄, Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων
Μανωλάκος Προκόπης, Συντονιστής Ε.Ε., Π.Δ.Ε. Αττικής
Μανωλίτσης Γεώργιος, Αναπληρωτής Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Κρήτης
Μαράκη Ελένη, Προϊσταμένη ΚΕΣΥ Ηρακλείου
Μεταξάς Δ. Α.-Ι., Ομότιμος Καθηγητής, Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης ΕΚΠΑ
Μητροπούλου Βασιλική, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο
Μουζάκη Αγγελική, Επίκουρη Καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο Κρήτης
Μπαμπάλης Θωμάς, Καθηγητής, Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης Ε.Κ.Π.Α.
Μπελαδάκης Εμμανουήλ, Δρ. Πανεπιστημίου Κρήτης, Δ/ντής Δ/νσης Π/Ε. Ηρακλείου
Μπερερής Πέτρος, Σύμβουλος επί τιμή του Π. Ι. τ. Διευθυντής Σπουδών, ΥΠΠΕΘ
Μυλωνάκου-Κεκέ Ηρώ, Καθηγήτρια, Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης Ε.Κ.Π.Α.
Νικολάου Σουζάννα-Μαρία, Αναπλ. Καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
Οικονομάκου Μαριάνθη, Διδάσκουσα Πανεπιστήμιο Αιγαίου
Οικονομίδης Βασίλης, Αναπληρωτής Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Κρήτης
Παναγιωτοπούλου Αλεξάντρα, Επιστημονικά Υπεύθυνη εκπαίδευσης Κοινωνικού Πολύκεντρου,
ΑΔΕΔΥ
Πανούσης Γιάννης, Ομότιμος Καθηγητής ΕΚΠΑ, πρ. Πρύτανης ΔΠΘ, πρ. Υπουργός
Παπαδάκης Νίκος, Καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης Πανεπιστημίου Κρήτης
Παπαδανιήλ Μαρία, Περιφερειακή Δ/ντρια Π/θμιας και Δ/θμιας Εκπαίδευσης Βορείου Αιγαίου
Παπαϊωάννου Γεώργιος, Επίκουρος Καθηγητής, Ιόνιο Πανεπιστήμιο
Παπαπέτρου Σάββας, Λέκτορας, Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου
Παπούλας Ανδρέας, Πρώτος Λειτουργός Εκπαίδευσης, Δ/νση Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης
Ράπτης Αριστοτέλης, Ομότιμος Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Αθηνών
Ράπτης Νικόλαος, Προϊστάμενος Πρωτ/θμιας Εκπαίδευσης Νομού Δωδεκανήσου, ΠΔΕ Νοτίου
Αιγαίου
Ρογδάκη Αγάθη, Διδάκτωρ Επιστημών Αγωγής
Ροδοσθένους Ειρήνη, Επιθεωρήτρια φιλολογικών μαθημάτων, Γραμματέας Επιστημ. Ομίλου Κύπρου
Σαραφίδου Κατερίνα, Συντονίστρια Ε.Ε. στο ΠΕΚΕΣ Αν. Μακεδονίας Θράκης
Σεραφείμ-Ρηγοπούλου Ευαγγελία, Διδάκτωρ Επιστημών Αγωγής
Σιφακάκης Πολυχρόνης, Διδάκτωρ Επιστημών Αγωγής
Σολωμού Αιμίλιος, Ιστορικός, Διευθυντής Έδρας UNESCO, Πανεπιστήμιο Λευκωσίας
Ι.Α.Κ.Ε. 7ο ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ 9 -11 ΙΟΥΛΙΟΥ 2021
17
Στριλιγκάς Γεώργιος, Συντονιστής Ε.Ε., Π.Δ.Ε. Κρήτης
Σπαντιδάκης Ιωάννης, Αναπληρωτής Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Κρήτης
Στρουμπάκης Μιχαήλ, Επίκουρος Καθηγητής, Πατριαρχική Ανώτ. Εκκλ. Ακαδημία Κρήτης
Στυλιανού Αντρέας, Βοηθός Δ/ντή, Ταμίας Επιστημονικού Ομίλου Κύπρου
Τζωρτζάκης Γιάννης, Συντονιστήε Ε.Ε., Π.Δ.Ε. Πελοποννήσου
Τσατσαρώνη Άννα, Καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου
Φύκαρης Γιάννης, Επίκουρος Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
Φωτόπουλος Νίκος, Επίκουρος Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Δυτικής Mακεδονίας/Φλώρινα
Χατζηδάκη Ασπασία, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο Κρήτης
Χατζησωτηρίου Χριστίνα, Επίκουρη Καθηγήτρια, Πανεπιστήμιο Λευκωσίας
Χρυσουλάκης Ιωάννης, Ομότιμος Καθηγητής
Ι.Α.Κ.Ε. 7ο ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ 9 -11 ΙΟΥΛΙΟΥ 2021
377
Williams, C. (1994). Arfarniad o Ddulliau Dysgu ac Addysgu yng ghyd-destun Addysg Uwchradd
Ddwyieithog, [An evaluation of teaching and learning methods in the context of bilingual
secondary education] (Unpublished doctoral thesis), University of Wales.
Williams, C. (2002). Ennill iaith: Astudiaeth o sefyllfa drochi yn 1116 oed [A language gained: A
study of language immersion at 1116 years of age]. Bangor, UK: School of Education.
Retrieved from http://www.bangor.ac.uk/addysg/publications/Ennill_Iaith.pdf
EΠΙΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΕΣ ΤΑΚΤΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΟΥ «ΕΑΥΤΟΥ» ΩΣ ΣΥΝΕΠΕΙΑ
ΤΗΣ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗΣ ΜΕ ΤΟΥΣ «ΑΛΛΟΥΣ»: ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ
ΧΟΡΟΥ «Κ’ΝΑ ΓΚΕΤΖΕΣΟΥ» ΣΤΟΥΣ ΑΡΒΑΝΙΤΕΣ ΤΟΥ ΒΟΡΕΙΟΥ ΈΒΡΟΥ
Φιλιππίδου Ελένη
Μεταδιδάκτορας, Σχολή Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού, Πανεπιστήμιο
Αθηνών
Περίληψη
Σκοπός της εργασίας είναι να μελετήσει τις διαφορετικές εκφάνσεις της χορευτικής πρακτικής
των Αρβανιτών του Νέου Χειμωνίου Έβρου. Ειδικότερα, με σημείο αναφοράς το χορό «Κ’να
γκετζεσού», η εργασία αυτή επιχειρεί να διερευνήσει τις τακτικές που ακολούθησαν οι Αρβανίτες,
προκειμένου να διαμορφώσουν την ταυτότητά τους, ανάλογα με τα μηνύματα που δέχτηκαν από τους
«άλλους». Τα δεδομένα συλλέχθησαν μέσω της εθνογραφικής μεθόδου, ενώ για την επεξεργασία
τους χρησιμοποιήθηκε η συγκριτική μέθοδος. Η καταγραφή του χορού «Κ’να γκετζεσού»
πραγματοποιήθηκε με το σύστημα σημειογραφίας Laban, ενώ η ανάλυση της δομής και μορφής του,
βάσει της μορφολογικής μεθόδου. Τέλος, για την ερμηνεία των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε το
μοντέλο ελέγχου ταυτότητας του Burke, ιδωμένο υπό τους όρους του πολυπολιτισμικού μοντέλου
επιπολιτισμού του Berry. Από την ανάλυση των δεδομένων προέκυψε ότι, οι Αρβανίτες, διαμέσου
του χορού, επιλέγουν, ανάλογα με τις συνθήκες, σε ποια ομάδα επιθυμούν να ενταχθούν,
καταδεικνύοντας ότι η «κατασκευή» μιας ταυτότητας είναι μία συνεχής διαδικασία αυτορρύθμισης.
Λέξεις κλειδιά: χορός, επιπολιτισμός, ταυτότητα, επικοινωνία, Αρβανίτες
1. Εισαγωγή
Tο ελληνικό κράτος τη δεκαετία του 1920 αντιμετωπίζει πρόβλημα ένταξης στην κοινωνική
του δομή περισσοτέρων από 1.250.000 προσφύγων. Οι πρόσφυγες αυτοί αποτελούν πληθυσμούς
«…με ελληνική εθνική συνείδηση, στους οποίους δεν επιτρέπεται η μαζική επιστροφή στο
γεωγραφικό χώρο καταγωγής τους, βάσει διεθνών συνθηκών…» (Βεργέτη, 2000, σελ. 19).
Αποτέλεσμα του γεγονότος αυτού ήταν η δημιουργία ένος πολυεθνοτικού μωσαϊκού στο ελληνικό
κράτος, καθώς σε αυτό διαβιούσαν πολλές και διάφορες εθνοπολιτισμικές ομάδες. Ωστόσο το εθνικό
κράτος, απαιτεί «…μοναδικές και αποκλειστικές ταυτότητες…» (Αγγελόπουλος, 1997, σελ. 19),
διότι χρειάζεται την ομοιογένεια προκειμένου να διοικήσει αποτελεσματικότερα την επικράτειά του
και να δικαιώσει την ύπαρξή του (Gellner, 1993). Αυτό το επιτυγχάνει μέσω της ομογενοποίησης
των πολιτισμικών διαφορών των εθνοπολιτισμικών ομάδων που διαμένουν στην επικράτειά του. Η
λογική αυτή, η οποία μπορεί να χαρακτηριστεί ως εθνικιστική, αντιμετωπίζει τις εθνοπολιτισμικές
ομάδες ως «ανεπιθύμητες» κατηγορίες, οι οποίες απειλούν την εθνική συνοχή και επιχειρεί να τις
ενσωματώσει μέσω της πολιτισμικής αφομοίωσης (Φιλιππίδου, 2011).
Το φαινόμενο της πολιτισμικής αφομοίωσης (cultural assimilation) (Abbink, 1985; Alba, &
Victor, 2003; Gordon, 1964; Portes, & Min 1993; Portes, Patricia, & William 2005), γνωστό και ως
Ι.Α.Κ.Ε. 7ο ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ 9 -11 ΙΟΥΛΙΟΥ 2021
378
θεωρία του «χωνευτηρίου» (melting pot) (Bisin, & Verdier, 2000; Glazer, & Moynihan, 1970;
Hirschman, 1983; Johnson, 1997; Kennedy, 1944) αναφέρεται στον βαθμό στον οποίο μια
εθνοπολιτισμική ομάδα που αρχικά ήταν ξεχωριστή, χάνει την ιδιαίτερή της ταυτότητα με σκοπό να
απορροφηθεί από τις κοινωνικές δομές μιας «άλλης» ομάδας. Ωστόσο, μια εθνοτική ομάδα δεν
μπορεί να αφομοιωθεί χωρίς πρώτα να υπάρξει πολιτισμική αλληλεπίδραση.
Η θεωρία της πολιτισμικής αλληλεπίδρασης ή όπως είναι περισσότερο γνωστή του
επιπολιτισμού (acculturation) (Herskovits, 1938; Redfield, Linton, & Herskovits, 1936) αναφέρεται
στην τάση που έχουν ορισμένες ιδιαίτερες πληθυσμιακές ομάδες, οι οποίες βρίσκονται σε επαφή, να
«δανείζονται» πολιτισμικά στοιχεία η μία από την άλλη. Ο επιπολιτισμός, συνεπώς, αναφέρεται στην
επικοινωνία των εθνοπολιτισμικών ομάδων που διαθέτουν διαφορετικές κουλτούρες, με άμεση
απόρροια την υιοθέτηση στοιχείων ενός «ξένου» πολιτισμού, στοιχείων όπως είναι η γλώσσα, τα
ήθη, τα έθιμα κ.τ.λ., καθώς και στο σύνολο των αλλαγών που προκύπτουν από την επαφή αυτή
ανάμεσα σε ομάδες με διαφορετικό πολιτισμικό υπόβαθρο (Φιλιππίδου, 2011).
Βάσει των παραπάνω, θα πρέπει να σημειωθεί πως υπάρχουν δύο προτεινόμενα θεωρητικά
μοντέλα για τον επιπολιτισμό, εκείνα που θεωρούν τον επιπολιτισμό ως μια μονοδιάστατη διαδικασία
και αυτά που τον θεωρούν ως μια δυσδιάστατη διαδικασία. Στη δεύτερη κατηγορία ανήκουν τα
πολυπολιτισμικά μοντέλα, τα οποία αναγνωρίζουν τη δυνατότητα συνύπαρξης δύο ανεξάρτητων
διαστάσεων, δηλαδή, τη διατήρηση των υπαρχόντων πολιτισμικών στοιχείων και την υιοθέτηση νέων
πολιτισμικών στοιχείων (Μπεζεβέγκης, Παυλόπουλος, & Γεωργαντή, 2010). Ένα από τα πιο γνωστά
και ευρέως χρησιμοποιούμενα πολυπολιτισμικά μοντέλα είναι αυτό του John Berry (1997), το οποίο
υιοθετεί την άποψη πως το αποτέλεσμα της διαπολιτισμικής επαφής των ομάδων δεν είναι μια
αναπότρεπτη, προδιαγεγραμμένη διαδικασία. Ο Berry αναγνωρίζει τη δυνατότητα συνύπαρξης δύο
ανεξάρτητων διαστάσεων κατά την επικοινωνία των ομάδων: (α) τη διατήρηση της επαφής με μέλη
της έσω-ομάδας, δηλαδή τη διατήρηση των ήδη υπαρχόντων πολιτισμικών στοιχείων και (β) την
επιθυμία απόκτησης σχέσεων με τα μέλη της έξω-ομάδας, δηλαδή την υιοθέτηση νέων πολιτισμικών
στοιχείων. Από τον συνδυασμό των δύο παραπάνω διαστάσεων προκύπτουν, σύμφωνα με τον Berry,
τέσσερις μορφές επιπολιτισμού, τέσσερις διαφορετικές διαπολιτισμικές τακτικές, τις οποίες
χρησιμοποιούν οι διάφορες ομάδες. Οι τακτικές αυτές απηχούν στάσεις και συμπεριφορές (Berry,
1980a,b, 1992, 2003, 2006) και είναι: (α) η περιθωριοποίηση (marginalization), η οποία συνίσταται
στην απώλεια της εθνοτικής ταυτότητας δίχως, ωστόσο, να αντικαθίσταται η απώλεια αυτή από την
ένταξη στην κυρίαρχη ομάδα, (β) η διάκριση (separation), η οποία αναφέρεται στην απομάκρυνση
από την κυρίαρχη ομάδα και στην διατήρηση της εθνοτικής ταυτότητας, (γ) η αφομοίωση
(assimilation), η οποία αναφέρεται στο περιορισμένο ενδιαφέρον για διατήρηση των ήδη υπαρχόντων
πολιτιστικών στοιχείων, στην αυξημένη αλληλεπίδραση με την κυρίαρχη ομάδα και τελικά στην
αφομοίωση από αυτή, και (δ) η ενσωμάτωση (integration), η οποία προκύπτει από τη συνύπαρξη των
πολιτισμικών στοιχείων των δύο διαφορετικών ομάδων (Giles, 2005; Rudmin, 2003).
2. Το εθνογραφικό πλαίσιο, ο σκοπός και η μέθοδος της εργασίας
Το ερευνητικό πεδίο της εργασίας είναι η περιοχή του Έβρου, η οποία διακατέχεται από
πολιτισμικό πλουραλισμό (Φιλιππίδου, 2011, 2018), λόγω των πολλών εθνοπολιτισμικών ομάδων
που διαβιούν σε αυτήν χήμα 1). Συγκεκριμένα, στην περιοχή του Έβρου κατοικούν γηγενείς
ριγωνιώτες, Μεταξαδιώτες, Μάρηδες, Σουφλιώτες), πρόσφυγες Βορειοθρακιώτες (Καβακλιώτες,
Ορτάκιοϊώτες και Χάσκοβίτες), και Ανατολικοθρακιώτες (Αρβανίτες, Γκαγκαβούζηδες,
Παραπάγκοι, και άλλες διάσπαρτες κοινότητες), Μικρασιάτες (Καππαδόκες και Πόντιοι, τόσο από
τον Πόντο όσο και από την πρώην ΕΣΣΔ), Σαρακατσάνοι, καθώς και Τουρκογενείς μουσουλμάνοι,
Πομάκοι και Τσιγγάνοι (Φιλιππίδου, 2011, 2018).
Ι.Α.Κ.Ε. 7ο ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ 9 -11 ΙΟΥΛΙΟΥ 2021
379
Σχήμα 1: Εθνοπολιτισμικές ομάδες περιοχής Έβρου
(Φιλιππίδου, 2011)
Η πολυπολιτισμικότητα του Έβρου είχε ως αποτέλεσμα την αποσιώπηση των πολιτισμικών
ιδιαιτεροτήτων του πληθυσμού του. Με τον ερχομό της Χούντας η αποσιώπηση αυτή μετατράπηκε
σε ομογενοποίηση, ως ένδειξη εθνικής συνοχής (Φιλιππίδου, 2011, 2018; Filippidou, & Koutsouba,
2020). Το γεγονός αυτό επακολούθησε ο επιπολιτισμός των ομάδων που διέθεταν πολιτισμικά
χαρακτηριστικά διαφορετικά από αυτά που επέβαλε η Χούντα. Μία τέτοια επιπολιτισμένη ομάδα
είναι και οι Αρβανίτες. Οι Αρβανίτες της Θράκης προέρχονται από δύο κύριες μεταναστεύσεις
αλβανόφωνων ορθόδοξων πληθυσμών από την περιοχή του Βιθκουκίου της Ηπείρου προς την
σημερινή περιοχή της τουρκικής Θράκης. Οι μεταναστεύσεις αυτές πραγματοποιήθηκαν σε δύο
φάσεις. Η πρώτη έλαβε χώρα στα μέσα του 16ου αιώνα ως παρεπόμενο της συμμετοχής των
Αρβανιτών στην οικοδόμηση του τζαμιού «Σελιμιέ» της Αδριανούπολης. Αποτέλεσμα αυτής ήταν η
ίδρυση της Μανδρίτσας στα σημερινά ελληνο-βουλγαρικά σύνορα και του Μεγάλου Ζαλουφίου στο
βόρειο τμήμα της τουρκικής Θράκης (Δαλάτσης, 2012). Απόγονοι προσφύγων του τελευταίου είναι
και οι κάτοικοι του Νέου Χειμωνίου, οι οποίοι εξαναγκάστηκαν να μετοικίσουν δυτικά του ποταμού
Έβρου, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Έτσι, σήμερα το Χειμώνιο αποτελεί μια αμιγώς
αρβανιτόφωνη κοινότητα του βορείου Έβρου, η οποία διοικητικά ανήκει στην πόλη της Νέας
Ορεστιάδας.
Οι Αρβανίτες του Νέου Χειμωνίου, μετά από μια μακρά περίοδο ραγδαίου επιπολιτισμού
επιχείρησαν να προβάλλουν την ιδιαίτερή τους ταυτότητα, με το χορό να κατέχει σημαίνουσα θέση
στην προσπάθειά τους αυτή. Σκοπός της εργασίας είναι να μελετήσει τις διαφορετικές εκφάνσεις της
χορευτικής πρακτικής των Αρβανιτών του Νέου Χειμωνίου Έβρου. Ειδικότερα, με σημείο αναφοράς
το χορό «Κ’να γκετζεσού», η εργασία αυτή επιχειρεί να διερευνήσει τις τακτικές που ακολούθησαν
Ι.Α.Κ.Ε. 7ο ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ 9 -11 ΙΟΥΛΙΟΥ 2021
380
τα άτομα της ομάδας αυτής, προκειμένου να διαμορφώσουν την ταυτότητά τους, ανάλογα με τα
μηνύματα που δέχτηκαν από τους «άλλους».
Για την επίτευξη του σκοπού της εργασίας χρησιμοποιήθηκε η εθνογραφική μέθοδος όπως
αυτή εφαρμόζεται στη μελέτη του χορού (Buckland, 1999; Felföldi, 1999; Giurchescu, & Torp, 1991;
Koutsouba, 1997; Sklar, 1991), ενώ το μοντέλο του Geertz της «πυκνής περιγραφής» (2003)
εφαρμόστηκε για την παρουσίαση και ανάλυση των δεδομένων. Η καταγραφή του χορού «Κ’να
γκετζεσού», πραγματοποιήθηκε με το σημειογραφικό σύστημα του Laban και το σύστημα πηγαίας
προσπάθειας του Laban (Κουτσούμπα, 2005), ενώ για την ανάλυση του χρησιμοποιήθηκε η
μορφολογική μέθοδος (Τυροβολά, 1994, 2001). Η σύγκριση των δεδομένων της έρευνας
πραγματοποιήθηκε με τη συγκριτική μέθοδο και τέλος, η ερμηνεία τους βασίστηκε στη θεωρητική
οπτική της κοινωνικο-Κυβερνητικής, σύμφωνα με το μοντέλο ελέγχου ταυτότητας που προτείνει ο
Burke (1991), ιδωμένο υπό τους όρους του πολυπολιτισμικού μοντέλου επιπολιτισμού του Berry
(1997), έτσι όπως εφαρμόστηκαν στον ελληνικό παραδοσιακό χορό από την Φιλιππίδου (2011,
2018).
3. Οι Αρβανίτες, οι «άλλοι» και οι επιπολιτιστικές χορευτικές πρακτικές
Οι Αρβανίτες, με τον ερχομό τους στην περιοχή της ελληνικής Θράκης, αντιμετωπίστηκαν
εχθρικά από τους ντόπιους κατοίκους της περιοχής. Η αντιμετώπιση αυτή είχε να κάνει με τον τόπο
προέλευσής τους, καθώς η περιοχή αποτελεί σύνορο με την Τουρκία, η οποία στη συνείδηση των
κατοίκων θεωρείται «εθνικός εχθρός» (Φιλιππίδου, 2011), αλλά και με την αλλοφωνία τους. Εξαιτίας
της αλλοφωνίας τους, οι ντόπιοι κάτοικοι της περιοχής, αλλά και οι ελληνόφωνοι πρόσφυγες, τους
τοποθετούν στο κοινωνικό περιθώριο, θεωρώντας τους ως μη Έλληνες, ως μη Θρακιώτες, ως μη
Εβρίτες. Επιπλέον, οι ντόπιοι προκειμένου να εκδιώξουν τους πρόσφυγες από την περιοχή για να
εκμεταλλευτούν τα ανταλλάξιμα κτήματα, τα οποία θεωρούσαν δικά τους, μια και βρίσκονταν στην
περιοχή κατοικίας τους, απέδωσαν σε αυτούς μια υποδεέστερη ταυτότητα. Έτσι ο όρος «πρόσφυγας»
και κατ’ επέκταση ο όρος «Αρβανίτης» απέκτησε έννοια συνώνυμη με την κατωτερότητα, αλλά και
με την εθνική διαφορετικότητα (Φιλιππίδου, 2018). Ωστόσο, η ταυτότητα αυτή που αποδόθηκε στους
Αρβανίτες ερχόταν σε αντιδιαστολή με το πρότυπο της ταυτότητά τους, καθώς οι Αρβανίτες
αυτοπροσδιορίζονταν ως Χειμωνιώτες, Αρβανίτες, Θρακιώτες πρόσφυγες από την τουρκική Θράκη,
Εβρίτες, αλλά και Έλληνες.
Σύμφωνα με τον Burke (1991), όταν υπάρχει ασυμφωνία μεταξύ των εισερχομένων μηνυμάτων
από το περιβάλλον και του προτύπου ταυτότητας εμφανίζεται μια νέα παράμετρος, αυτή της λύπης,
η οποία και αναγκάζει τα άτομα να δράσουν. Έτσι, έγινε και με τους Αρβανίτες. Το γεγονός της
επιβολής από τους ντόπιους μιας στιγματισμένης και υποδεέστερης ταυτότητας είχε ως άμεση
απόρροια την τροποποίηση της συμπεριφοράς τους, προκειμένου να επαναφέρουν την ταυτότητά
τους στην προ ηγηθείσα κατάστασή της. Ένα από τα μέσα που χρησιμοποιήσαν οι Αρβανίτες
προκειμένου να μεταβάλλουν τα αισθήματα των «άλλων» προς αυτούς ήταν και ο χορός, καθώς ως
ένα ιδιαίτερο είδος πολιτισμικής γνώσης, μπορεί να εκφράζει ορισμένο περιεχόμενο και αφηρημένες
εννοιες. (Κουτσούμπα, 1999, 2002). Σύμφωνα με τον Μάνο (2004), ο χορός αποτελεί μια στρατηγική
που χρησιμοποιούν τα άτομα στη διαδικασία συγκρότησης της ταυτότητάς τους. Ως εκ τούτου ο
χορός δύναται όχι μόνο να αναπαριστά, αλλά και να διαμορφώνει την ταυτότητα (Κουτσούμπα,
2002).
Οι Αρβανίτες, αντιλαμβανόμενοι ότι η ετεροφωνία τους ήταν ο σημαντικότερος παράγοντας
αυτής της υποδεέστερης ταυτότητας που τους απέδιδαν, την παραμέρισαν στο σπίτι και στη μεταξύ
τους επικοινωνία. Ως ακολούθως, το αρβανίτικο τραγούδι αφαιρέθηκε από το τρισυπόστατο του
χορού και, αργότερα, αντικαταστάθηκε από ελληνόφωνο, το οποίο και δανείστηκαν από γειτονικές
κοινότητες (Φιλιππίδου, 2018).
Με τον ερχομό της Χούντας δημιουργήθηκε στην περιοχή ένα ομογενοποιημένο πανθρακικό
χορευτικό ρεπερτόριο (Φιλιππίδου, 2011, 2018), προκειμένου να αναδειχθεί η εθνική συνοχή στην
περιοχή και αυτό μπορούσε να πραγματοποιηθεί μόνο μέσα από τον παραμερισμό των πολιτισμικών
Ι.Α.Κ.Ε. 7ο ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ 9 -11 ΙΟΥΛΙΟΥ 2021
381
ιδιαιτεροτήτων του πληθυσμού της. Η εμμονή των Αρβανιτών στην διατήρηση του χορευτικού τους
ρεπερτορίου είχε ως αποτέλεσμα τον ετεροπροσδιορισμό τους ως αλβανόφωνων «ξένων», και άρα,
«επικίνδυνων» για την εθνική συνοχή, γεγονός που ερχόταν σε αντίθεση και πάλι με το πρότυπο της
ταυτότητάς τους. Η συμπεριφορά αυτή του κοινωνικού τους περιβάλλοντος, επηρέασε και πάλι τη
στάση τους και τους ανάγκασε και πάλι να δράσουν. Έτσι, υιοθέτησαν το ομογενοποιημένο
πανθρακικό χορευτικό ρεπερτόριο, προκειμένου να ενταχθούν ομαλά στην κοινωνία του τόπου στον
οποίο μετοίκησαν και να μην θεωρούνται «ύποπτοι» εθνικής διαφοροποίησης, αλλάζοντας αυτή τη
φορά τη συνιστώσα της κίνησης από το τρισυπόστατο του χορού τους.
Σχήμα 1: Ο χορός «Κ’να γκετζεσού» των Αρβανιτών του Νέου Χειμωνίου
(Φιλιππίδου, 2018; Filippidou, & Koutsouba, 2020)
Τί έκαναν, λοιπόν, οι Αρβανίτες; Προσάρμοσαν τις πράξεις τους στις αντιδράσεις των άλλων,
στη βάση της ανατροφοδότησης που λάμβαναν από αυτούς, προκειμένου από τη μία να διατηρήσουν
την σταθερότητα και την ευρυθμία της ομάδας τους, και, από την άλλη να πετύχουν το σκοπό τους,
ο οποίος δεν ήταν άλλος από την αποδοχή, την κοινωνική ένταξη και τα επακόλουθά τους. Ωστόσο,
δεν ακολούθησαν την ομογενοποίηση αυτή, σε ένα σημαντικό χορευτικό δρώμενο της περιοχής, αυτό
του «Κ’να» (Φιλιππίδου, 2018). Το χορευτικό δρώμενο του «Κ’να» είναι ένα γαμήλιο δρώμενο, που
τελείται από όλες τις εθνοπολιτισμικές ομάδες της ελληνικής, αλλά και της τουρκικής Θράκης,
Ι.Α.Κ.Ε. 7ο ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ 9 -11 ΙΟΥΛΙΟΥ 2021
382
γεγονός το όποιο το αναδεικνύει σε εθνικό σύμβολο (Filippidou, Koutsouba, Lalioti, & Lantzos,
2019). Το δρώμενο αυτό συνοδεύεται από έναν συγκεκριμένο χορό, τον χορό του «Κ’να», ο οποίος
στους Αρβανίτες είναι γνωστός ως «Κ’να γκετζεσού» (Σχήμα 1).
Σε ένα τόσο σημαντικό δρώμενο για την περιοχή, οι Αρβανίτες διατήρησαν το βασικότερο
χορό του ρεπερτορίου των Αρβανιτών όλης της Ελλάδας, τον Συρτό. Αυτομάτως η επιλογή τους
αυτή τους διακρίνει από τους υπόλοιπους κατοίκους της περιοχής, παρότι το ελληνόφωνο τραγούδι
συνεχίζει να συνοδεύει το χορό τους. Για να γίνουν αποδεκτοί και πάλι από το κοινωνικό τους
περιβάλλον, αλλάζουν αυτή τη φορά τη συνιστώσα της μουσικής στο τρισυπόστατο του χορού τους
και συνοδεύουν το χορό «Κ’να γκετζεσού» με εννεάσημους και όχι με επτάσημους ρυθμούς
(Filippidou, & Koutsouba, 2020).
4. Συζήτηση-Συμπεράσματα
Η παρούσα εργασία μελετά την κυβερνητική κατασκευή της εθνοτικής και κατ’ επέκταση
εθνικής ταυτότητας των Αρβανιτών της Θράκης και συγκεκριμένα της κοινότητας του Νέου
Χειμωνίου Έβρου. Ειδικότερα, η εργασία αυτή μελετά τις επιπολιτιστικές χορευτικές πρακτικές που
ακολούθησαν οι Αρβανίτες της κοινότητας αυτής, κατά την επικοινωνία τους με τους σημαντικούς
τους «άλλους», προκειμένου να γίνουν αποδεκτοί από αυτούς, αλλά και να διατηρήσουν την
ευρυθμία της ομάδας τους, δηλαδή να μην αλλάξουν το πρότυπο της ταυτότητάς τους. Ως θεωρητικό
υπόβαθρο, για την επίτευξη του σκοπού της εργασίας κρίθηκε σκόπιμο να χρησιμοποιηθεί η
κοινωνικό-κυβερνητική προσέγγιση, όπως αυτή προσδιορίζεται μέσα από το θεωρητικό μοντέλο του
Burke (1991) σε συνδυασμό με το πολυπολιτισμικό μοντέλο επιπολιτισμού, που προτείνει ο Berry
(1997).
Από την ανάλυση των δεδομένων διαπιστώθηκε πως ο χορός «Κ’να γκετζεσού» στους
Αρβανίτες του Νέου Χειμωνίου αποτελεί δείκτη χαρακτηρισμού και ταύτισης, καθώς τα άτομα της
ομάδας αυτής τον χρησιμοποιούν προκειμένου να αντιδράσουν στα μηνύματα που λαμβάνουν από
την επικοινωνία τους με τους «σημαντικούς άλλους» (Φιλιππίδου, 2018, Φιλιππίδου, 2020,
Filippidou, & Koutsouba, 2020). Έτσι, οι Αρβανίτες του Νέου Χειμωνίου αλλάζουν συνιστώσες του
χορού τους, επιλεκτικά και ανάλογα με την ανατροφοδότηση του κοινωνικού τους περιβάλλοντος,
προκειμένου να προβάλλουν στους «άλλους» την ταυτότητα που αυτοί επιθυμούν.
Πιο συγκεκριμένα, προκειμένου να γίνουν αποδεκτοί και να ανέλθουν κοινωνικά, οι Αρβανίτες
του Νέου Χειμωνίου αλλάζουν τη συνιστώσα του λόγου στο τρισυπόστατο του χορού τους. Έτσι,
από αρβανιτόφωνο, το τραγούδι που συνοδεύει τους χορούς τους, γίνεται ελληνόφωνο και
αυτομάτως οι Αρβανίτες, Έλληνόφωνοι Θρακιώτες. Εντούτοις, με τον ερχομό της Χούντας, το
γεγονός αυτό δεν ήταν αρκετό για να τους προσφέρει την αναγνώριση που ζητούσαν, καθώς το
χορευτικό τους ρεπερτόριο διατηρούσε πολλά στοιχεία που τους διέκριναν από τους κατοίκους της
περιοχής, καθιστώντας τους διαφορετικούς, γεγονός που πάλι ερχόταν σε αντίθεση με το πρότυπο
της ταυτότητάς τους. Προκειμένου και πάλι να φέρουν σε ισορροπία το ταυτοτικό τους πρότυπο με
την άποψη των «άλλων» γι’ αυτούς, υιοθετούν το ομογενοποιημένο πανθρακικό χορευτικό
ρεπερτόριο. Το ρεπερτόριο αυτό επιβλήθηκε από τη Χούντα, ώστε να παραγκωνιστούν οι τοπικές
ιδιαιτερότητες κάθε εθνοπολιτισμικής ομάδας, στη βάση της ιδέας μιας ενιαίας εθνικής συνείδησης
και το οποίο ακολούθησαν όλες οι ομάδες της περιοχής.
Η τακτική αυτή που ακολούθησαν οι Αρβανίτες, η επιπολιτιστική τακτική της αφομοίωσης,
είχε ως αποτέλεσμα την αποδοχή τους από τους «άλλους». Οι Αρβανίτες με την τακτική αυτή
πρόβαλαν την ελληνικότητά τους, γεγονός που τους τους κατέστησε όμοιους με τους «άλλους». Με
αυτόν τον τρόπο ετεροπροσδιορίζονταν πλέον ως ελληνόφωνοι Θρακιώτες. Ωστόσο, αν και ο
ετεροπροσδιορισμός αυτός τους προσέφερε κοινωνική αναγνώριση και άνοδο, αποτελούσε μονάχα
μία συνιστώσα της ταυτότητάς τους και δεν συμφωνούσε με το ταυτοτικό τους πρότυπο, καθώς τα
μέλη της εθνοπολιτισμικής αυτής ομάδας αυτοπροσδιορίζονται μεν Έλληνες Θρακιώτες, αλλά και
Αρβανίτες.
Ι.Α.Κ.Ε. 7ο ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ 9 -11 ΙΟΥΛΙΟΥ 2021
383
Προκειμένου να καταδείξει και αυτή τη συνιστώσα της ταυτότητά της, η εθνοπολιτισμική αυτή
ομάδα, αυτορυθμίζεται και πάλι προβαίνοντας σε δράση. Έτσι, διατηρεί τη χορογραφική σύνθεση
του χορού «Κ΄να γκετζεσού», ενός χορού που συνοδεύει ένα δρώμενο, το οποίο θεωρείται εθνικό
σύμβολο στην περιοχή (Φιλιππίδου, 2018) και έχει σημαίνουσα σημασία για όλες τις
εθνοπολιτισμικές ομάδες αυτής. Σε ένα δρώμενο, λοιπόν, τόσο σημαντικό για την περιοχή, οι
Αρβανίτες του Νέου Χειμωνίου, δεν ακολούθησαν το χορευτικό πρότυπο της Χούντας, όπως έκαναν
όλες οι άλλες εθνοπολιτισμικές ομάδες, αλλά διατήρησαν το βασικότερο χορό του ρεπερτορίου των
Αρβανιτών όλης της Ελλάδας, τον Συρτό. Όμως, επιλέγοντας οι Αρβανίτες την επιπολιτιστική αυτή
τακτική της διάκρισης, αυτομάτως το κοινωνικό τους περιβάλλον χαράζει τη διαχωριστική γραμμή
«εμείς και οι άλλοι», καθιστώντας τους, Αρβανίτες, δηλαδή «ξένους».
Για να ενώσουν τις δυο αυτές ταυτότητές που τους αποδόθηκαν, ανάλογα με τις τακτικές που
ακολούθησαν, ώστε να βελτιώσουν την αστάθεια που προέκυψε στο εσωτερικό της ομάδας τους, οι
Αρβανίτες αλλάζουν τη συνιστώσα της μουσικής από το τρισυπόστατο του χορού «Κ’να γκετζεσού»
και το συνοδεύουν με εννεάσημους ρυθμούς και όχι με επτάσημους, όπως συνηθιζόταν στην Ήπειρο.
Διατηρώντας τη συνιστώσα της κίνησης και αλλάζοντας τη συνιστώσα του λόγου και της μουσικής,
οι Αρβανίτες συνταιριάζουν την αφομοίωση με τη διάκριση, επιλέγοντας αυτή τη φορά την
επιπολιτισμική τακτική της ενσωμάτωσης, προκειμένου να ομοιάσουν με τους ελληνόφωνους της
περιοχής, αλλά από την άλλη να διατηρήσουν την Αρβανίτικη ταυτότητά τους. Με την τακτική αυτή
έγιναν αποδεκτοί από τους «άλλους», σταματώντας να αντιμετωπίζονται ως «ξένοι» και έπαψε πλέον
να ισχύει το αντιθετικό δίπολο «εμείς»/«άλλοι» με αποτέλεσμα τη συνένωση όλων των κάτοικων της
περιοχής του Έβρου στην έννοια του «εμείς» και του «κοινώς ανήκειν». Αποτέλεσμα της διαδικασίας
αυτής υπήρξε η «κατασκευή» μίας νέας ταυτότητας, αυτής του ελληνόφωνου Θρακιώτη Αρβανίτη,
η οποία σαφέστατα συμφωνεί με το πρότυπο ταυτότητας των Αρβανιτών.
Καταληκτικά, η συγκρότηση της συλλογικής ταυτότητας των Αρβανιτών του Νέου Χειμωνίου
είναι μια ρευστή διαδικασία, στην οποία σημαντικό παράγοντα αποτελεί ο βαθμός επιπολιτισμού
της. Αλληλοεπιδρώντας με τις άλλες εθνοπολιτισμικές ομάδες της περιοχής, οι Αρβανίτες του Νέου
Χειμωνίου, προβαίνουν σε δράση και αλλάζουν τις συνιστώσες του τριπτύχου μουσική-χορός-
τραγούδι, τις συνιστώσες της αδιαίρετης ενότητας του παραδοσιακού χορού, προκειμένου να
αυτορυθμίσουν τις αντιληπτικές εισαγωγικές πληροφορίες που δέχονται από το περιβάλλον τους. Με
αυτόν τον τρόπο εξισορροπούν τα εσωτερικά τους πρότυπα, με τις αξιολογήσεις των «άλλων» για
«αυτούς», αποδεικνύοντας ότι η διαμόρφωση της ταυτότητας είναι μία διαδικασία εσωτερικού
ελέγχου, δηλαδή μια κυβερνητική διαδικασία.
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
Αγγελόπουλος, Γ. (1997). Εθνοτικές ομάδες και ταυτότητες. Οι όροι, η εξέλιξη της σημασίας και του
περιεχομένου τους. Σύγχρονα Θέματα, 63,18-25.
Βεργέτη, Μ. (2000). Από τον Πόντο στην Ελλάδα: Διαδικασίες διαμόρφωσης μιας εθνοτοπικής
ταυτότητας (2η έκδοση). Αθήνα: Αδελφοί Κυριακίδη.
Γκέφου-Μαδιανού, Δ. (2003). Εννοιολογήσεις του "εαυτού" και του "άλλου". Ζητήματα ταυτότητας
στη σύγχρονη ανθρωπολογική θεωρία. Στο Δ. Γκέφου-Μαδιανού (Επιμ), Εαυτός και
«Άλλος». Εννοιολογήσεις Ταυτότητες και Πρακτικές στην Ελλάδα και την Κύπρο. Αθήνα:
Gutenberg.
Δαλάτσης, Δ.Χ. (2012). Οι Αρβανίτες της Ανατολικής Θράκης. Αθήνα: Νοων.
Κουτσούμπα, Ι.Μ. (1999). Η δυναμική του χορού στις μετασχηματικές διαδικασίες διαμόρφωσης της
τοπικής πολιτισμικής ταυτότητας. Στα Πρακτικά του 1ου Πανελληνίου Συνεδρίου Λαϊκού
Πολιτισμού. Σέρρες: Τ.Ε.Φ.Α.Α. Σερρών.
Κουτσούμπα, Ι.Μ. (2002). Πολιτισμική ταυτότητα και χορός: Μια πρώτη προσέγγιση. Στο Η Τέχνη
του Χορού Σήμερα: Εκπαίδευση, Παραγωγή, Παράσταση, Πρακτικά Συνεδρίου Έντεχνου
Ι.Α.Κ.Ε. 7ο ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ 9 -11 ΙΟΥΛΙΟΥ 2021
384
Χορού (σελ. 17-24), Αθήνα: Σύνδεσμος Υποτρόφων Κοινωφελούς Ιδρύματος Αλέξανδρος Σ.
Ωνάσης,.
Κουτσούμπα, Ι.Μ. (2005). Σημειογραφία της Χορευτικής κίνησης. Το πέρασμα από την προϊστορία
στη ιστορία του χορού. Αθήνα: Προπομπός.
Λυδάκη, Α. (2001). Ποιοτικές μέθοδοι της κοινωνικής έρευνας. Αθήνα: Καστανιώτης.
Μάνος, Ι. (2004). Ο χώρος ως μέσο για τη συγκρότηση και διαπραγμάτευση της ταυτότητας στην
περιοχή της Φλώρινας. Στο Ευ. Αυδίκος-Ρ. Λουτζάκη-Χρ. Παπακώστας (επιμ.), Χορευτικά
Ετερόκλητα (σελ. 51-71). Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα,.
Μπεζεβέγκης Η., Παυλόπουλος Β., & Γεωργαντή, Κ. (2010). Εθνοτική ταυτότητα και
ψυχοκοινωνική προσαρμογή: Μια εμπειρική έρευνα σε εφήβους μετανάστες δεύτερης γενιάς.
Αθήνα: Φιλοσοφική Σχολή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Ογκουρτσώφ, Π.Α. (1983). Συγκριτική-ιστορική μέθοδος. Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια, (σελ.
298-299). Αθήνα: Ακάδημος.
Τυροβολά, Κ.Β. (1994). Ο Χορός «στα τρία» στην Ελλάδα. Δομική-Μορφολογική και Τυπολογική
Προσέγγιση. Αθήνα: Διδακτορική Διατριβή. Τμήμα Μουσικών Σπουδών, Πανεπιστήμιο
Αθηνών.
Τυροβολά, Κ.Β. (2001). Ο Ελληνικός Χορός: Μια Διαφορετική Προσέγγιση. Αθήνα: Gutenberg.
Φιλιππίδου, Ε. (2011). Χορός και ταυτοτική αναζήτηση: Τακτικές επιπολιτισμού και
επαναφυλετισμού των Γκαγκαβούζηδων στην Οινόη Έβρου. (Αδημοσίευτη μεταπτυχιακή
διατριβή). Σχολή Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού, Εθνικό και Καποδιστριακό
Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Φιλιππίδου, Ε. (2018). Διασχίζοντας τα σύνορα, ενώνοντας τους ανθρώπους. Κυβερνητική
προσέγγιση του χορού στο γαμήλιο θρακικό δρώμενο του «Κ’να» σε Ελλάδα και Τουρκία..
(Αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή). Σχολή Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού,
Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Φιλιππίδου, Ε. (2020). Ταυτοτική κατασκευή και κυβερνητική παράδοση της επικοινωνίας. Το
παράδειγμα του χορευτικού δρωμένου του ‘Μπαμπούσιαρου’ ή ‘Μπομποσιάρη’ στους
Αρβανίτες του βορείου Έβρου. Ethnologhia online, 10(1), 24-45.
Ξενόγλωσση
Abbink, G. (1985). Ethno-cultural differences and assimilation; Falashas in an Israeli immigrant
absorption center. Bijdragen tot de Taal-, Land- en Volkenkunde, 141(1), 1-18.
Alba, R.D., & Victor, N. (2003). Remaking the American mainstream: Assimilation and the new
immigration. Cambridge, Mass.: Harvard University Press.
Berry, J.W. (1980a). Acculturation as varieties of adaptation. In A. Padilla (eds.), Acculturation:
Theory, models, and some new findings (pp. 9-25). Boulder, CO: Westview.
Berry, J.W. (1980b). Social and cultural change. In H. C. Triandis, & R. W. Brislin (eds.), Handbook
of cross-cultural psychology: Social psychology (vol. 5, pp. 211-279). Boston: Allyn and
Bacon.
Berry, J.W. (1992). Acculturation and adaptation in a new society. International Migration, 30, 69-
86.
Berry, J.W. (2003). Conceptual approaches to acculturation. In K. M. Chun, P. B. Organista, & G.
Marín (Eds.), Acculturation: Advances in theory, measurement and applied research (pp. 17-
37). Washington, D.C.: American Psychological Assoc.
Berry, J.W. (2006). Acculturation: A conceptual overview. In M. H. Bornstein & L. R. Cote (Eds.),
Acculturation and parent-child relationships: Measurement and development (pp. 13-32).
Mahwah, NJ: Lawrence Erlbaum Associates.
Bisin, A., & Verdier, T. (2000). Beyond the melting pot: Cultural transmission, marriage, and the
evolution of ethnic and religious traits. Quarterly Journal of Economics, 115(3), 955-988.
Ι.Α.Κ.Ε. 7ο ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ 9 -11 ΙΟΥΛΙΟΥ 2021
385
Buckland, T.J. (eds.). (1999). Dance in the field, theory, methods and issues in dance ethnography.
Great Britain: Macmillan Press Ltd.
Burke P. J. (1991). Identity processes and social stress. American Sociological Review, 56, 836849.
Felfoldi, L. (1999). Folk dance research in Hungary: Relations among theory, fieldwork and the
archive. In T. J. Buckland (Eds.). Dance in the Field. (pp. 55-70). London: Macmillan Ltd.
Filippidou, E. & Koutsouba, M. (2020). Dance and Socio-Cybernetics: The Dance event of “K’na”
as a shaping component of the cultural identity amongst the Arvanites of Neo Cheimonio
Evros, Greece. Journal of ethnic and cultural studies, 7(2), 30-49.
Filippidou, Ε., Koutsouba, Μ., Lalioti, V. & Lantzos, V. (2019). The construction of national identity
through cybernetic process: the example of "K'na" dance event in Greek and Turkish Thrace.
European Review οf Applied Sociology, 12(18), 13-31.
Koutsouba, M. (1997). Plurality in motion: Dance and cultural identity on the Greek Ionian Island
of Lefkada. (Unpublished Ph.D. thesis). Music Department, Goldsmiths College, of London,
Λονδίνο.
Gellner, E. (1993). Nations and nationalism. Oxford: Basil Blackwell.
Giles, R.A. (2005). The acculturation matrix and the politics of difference: Women and dene games.
The Canadian Journal of Native Studies, XXV(1), 355-372.
Giurchescu, A., & Torp, L. (1991). Theory and methods in dance research: A European approach to
the holistic study of dance. Yearbook for Traditional Music, 23, 1-10.
Glazer, N., & Moynihan, D. (1970). Beyond the melting pot: The Negroes, Puerto Ricans, Jews,
Italians and Irish of New York City. Cambridge Mass.: The MIT Press.
Gordon, M.M. (1964). Assimilation in American life: The role of race, religion, and national origins.
New York: Oxford University Press.
Herskovits, M.J. (1938). Acculturation, the study of culture contact. New York: J.J. Augustin.
Hirschman, C. (1983). America's melting pot reconsidered. Annual Review of Sociology, 9, 397-423.
Johnson, R.K. (1997). ‘Melting pot’ or ‘ring of fire’?: Assimilation and the Mexican-American
experience. California Law Review, 85(5), 1259-1313.
Kennedy, R.J.R. (1944). Single or triple melting-pot?: Intermarriage trends in New Haven, 1870-
1940. The American Journal of Sociology, 49(4), 331-339.
Portes, A. & Min Z. (1993). The new second generation: Segmented assimilation and its variants. The
Annals of the American Academy of Political and Social Science, 530, 74-96.
Portes, A., Patricia F.K., & William H. (2005). Segmented assimilation on the ground: The new
second generation in early adulthood. Ethnic and Racial Studies, 28, 1000-1040.
Redfield R., Linton R., & Herskovits M.J. (1936). Memorandum for the study of acculturation.
American Anthropologist, 38(1), 149-152.
Rudmin, F.W. (2003). Critical history of the acculturation psychology of assimilation, separation,
integration, and marginalization. Review of General Psychology, 7, 3-37.
Sklar, D. (1991). On dance Ethnography. CORD, Dance Research Journal, 23(1), 6-10.
Η παρούσα έρευνα συγχρηματοδοτείται από την Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο) μέσω
του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ανάπτυξη Ανθρώπινου Δυναμικού, Εκπαίδευση και Διά Βίου Μάθηση», στο πλαίσιο της Πράξης
«Ενίσχυση Μεταδιδακτόρων ερευνητών/ερευνητριών - Β΄ Κύκλος» (MIS-5033021), που υλοποιεί το δρυμα Κρατικών Υποτροφιών
(ΙΚΥ).
ResearchGate has not been able to resolve any citations for this publication.
Article
Full-text available
The research field of this paper is the wedding dance event of “K’na”, as this takes place by the Arvanites of Greek Thrace, an ethnic group moved to the area from Turkish Thrace in 1923. The aim of this paper is to investigate whether the three components of dance, music and song of Greek traditional dance, as these reflected in the “K’na” dance event amongst the Arvanites ethnic group of Neo Cheimonio (Evros), are related to issues of ethno-cultural identity under the lens of socio-cybernetics. Data was gathered through ethnographic method as this is applied to the study of dance, while its interpretation was based on socio-cybernetics according to Burke’s identity control theory. From the data analysis, it is showed that through the “K’na” dance event the Thracian Arvanites of Neo Cheimonio shape and reshape their ethno-cultural identity as a reaction to the input they receive from their environment. Therefore, the “construction” of their identity, as a constant process of self-regulation and internal control, is subjected to the conditions of a cybernetic process.
Article
Full-text available
The research field of this paper is the area of Thrace, a large geopolitical-cultural unit that was divided – due to political reasons – in three subareas distributed among three different countries: Bulgaria, Turkey and Greece. A dance event that used to take place before the border demarcation but is still performed in the Greek and Turkish Thrace is that of “K’na”, a wedding dance event danced by the people of both border areas, despite of the changes in their magical-religious beliefs and the changes brought by socio-economic and cultural development. In particular, the aim of this paper is the study of the “construction” of the national identity of inhabitants both of Greek and Turkish Thrace, as this is manifested through the dance practice within the wedding event of “K’na”, through the lens of sociocybernetics. Data was gathered through ethnographic method as this is applied to the study of dance, while its interpretation was based on sociocybernetics according to Burke’s identity control theory. From the data analysis, it is showed that the “K’na” dance in Greek and Turkish Thrace constructs and reconstructs the national identity of the people who use them as a response to the messages they receive via the communication with “the national others”. In conclusion, the “construction” of the identity results from a continuous procedure of self-regulation and self-control through a cybernetic sequence of steps.
Chapter
Widespread interest and recognition of folklore, from the late eighteenth century onwards, provided a stimulating atmosphere for the emergence of scientific investigation into folk dance traditions in Hungary. The particular ethos of Hungarian folk dance research, which is shared to a greater or lesser extent with other countries in east and central Europe, has been determined by three specific features: a vigorous and rich traditional dance culture upon which to focus; a well-constructed institutional framework within which to conduct the research; and access to modest technical equipment to support fieldwork and subsequent analysis of the collected materials.
Article
Post-1965 immigration to the United States has given rise to a vigorous literature focused on adult newcomers. There is, however, a growing new second generation whose prospects of adaptation cannot be gleaned from the experience of their parents or from that of children of European immigrants arriving at the turn of the century. We present data on the contemporary second generation and review the challenges that it confronts in seeking adaptation to American society. The concept of segmented assimilation is introduced to describe the diverse possible outcomes of this process of adaptation. The concept of modes of incorporation is used for developing a typology of vulnerability and resources affecting such outcomes. Empirical case studies illustrate the theory and highlight consequences of the different contextual situations facing today's second generation.